«Ὅσοι ἀπομείναμε πιστοὶ στὴν παράδοση, ὅσοι δὲν ἀρνηθήκαμε τὸ γάλα ποὺ βυζάξαμε, ἀγωνιζόμαστε, ἄλλος ἐδῶ, ἄλλος ἐκεῖ, καταπάνω στὴν ψευτιά. Καταπάνω σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θέλουνε την Ἑλλάδα ἕνα κουφάρι χωρὶς ψυχή, ἕνα λουλούδι χωρὶς μυρουδιά.» Φώτης Κόντογλου - Παράδοση

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

“Όταν η Ελλάδα εγγυόταν για τη Γερμανία…”


Δεν είναι ανάγκη να εκποιήσει κανείς την Ακρόπολη για να γεμίσει τον ελληνικό κορβανά. Με λίγη φαντασία μπορεί να τοκίσει αναδρομικά το πολιτιστικό κεφάλαιο που μεταφέρθηκε επί αιώνες από την Ελλάδα στη Γερμανία!
Δεν υπάρχει μόνο μεταφορά κεφαλαίων από τον ευρωπαϊκό βορρά στον ευρωπαϊκό νότο, ένα επίφοβο σενάριο για πολλούς στο Βορρά, ένα ευπρόσδεκτο σενάριο για πολλούς στο Νότο. Υπάρχει ή για την ακρίβεια υπήρξε στο παρελθόν και μεταφορά γοήτρου, και μάλιστα από τον ελληνικό Νότο στο γερμανικό Βορρά. Μας την υπενθυμίζει ο Marc Reichwein με άρθρο του αυτή την εβδομάδα στην εφημερίδα Die Welt και τίτλο «Όταν η Ελλάδα εγγυόταν για τη Γερμανία».


Τον 18ο αιώνα για παράδειγμα είχε διαδοθεί η μόδα, πολλές γερμανικές πόλεις σε αναζήτηση ιστορικού κλέους και πολιτιστικής λάμψης να χρησιμοποιούν αντονομασίες δανειζόμενες το ένδοξο όνομα της Αθήνας δίπλα στο πραγματικό, διεθνώς συνήθως άσημο ποτάμι που τις διέτρεχε. Έτσι το Marburg προτιμούσε να λέγεται Αθήνα του Lahn, το Göttingen Αθήνα του Leine, η Λειψία Αθήνα του Pleiße, η Halle Αθήνα των Αλυκών, η Βιτεμβέργη Αθήνα του Έλβα κοκ.

Παρά δήμον (ελληνικών) ονείρων

Τότε δεν ίσχυε το «Τι Λωζάνη, τι Κοζάνη», οι δήμοι και κοινότητες και κυρίως οι γερμανικές πανεπιστημιουπόλεις χρειάζονταν μια ιστορική λάμψη που οι ίδιες δεν διέθεταν και έτσι την δανείζονταν από την αρχαία Ελλάδα. Γράφει ο Reichwein: «Το όνομα της Αθήνας τον 18ο αιώνα ήταν ελκυστικό για πολλές γερμανικές πόλεις, επειδή τους εκόμιζε το συμβολικό κεφάλαιο που δεν είχαν. Αυτός ο πολλαπλασιασμός πολιτιστικού κέρδους έφθασε στο αποκορύφωμά του την εποχή του φιλελληνισμού τον 19ο αιώνα.
Ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος ο Πρώτος εισήγαγε στα σαλόνια την ονομασία Αθήνα του Isar αντί για Μόναχο. Και η Βαϊμάρη πέρασε κάποια στιγμή ακόμα και στα σχολικά εγχειρίδια ως Αθήνα του Ilm.» Φυσικά όλα αυτά που υπενθυμίζει ο Γερμανός δημοσιογράφος ανήκουν στο παρελθόν, η λάμψη της κλασσικής παιδείας υποχώρησε στον εικοστό αιώνα και μαζί της η φιλοδοξία των γερμανικών δήμων να κείνται παρά δήμον ελληνικών ονείρων. Στο μεταξύ αυτή η απροθυμία ενισχύεται και από την επικαιρότητα. Αυτές τις δύσκολες μέρες το όνομα Αθήνα, έστω και προσωρινά, έχει επικαλυφθεί από τη χροιά του απευκταίου, αναδίδει την οσμή μιας άμεσα επικείμενης κατάρρευσης.

Τα ποσοστά επί των κερδών

Επειδή όμως οι Γερμανοί δημοσιογράφοι ουδέποτε λησμονούν και την οικονομική πτυχή των θεμάτων που ερευνούν, ακόμα και των πολιτιστικών, ιδού πώς τελειώνει το άρθρο του Reichwein: «Σαν ιστορική προσωνυμία γερμανικών πόλεων η Αθήνα παραμένει μια αξιοπρόσεκτη περίπτωση. Και μαζί της η ιστορία μιας μεταφοράς γοήτρου για την οποία η Ελλάδα ευτυχώς ουδέποτε έκοψε τιμολόγιο. Αν κάποια μέρα, έστω και υποθετικά, η ελληνική αυτή τακτική άλλαζε, επειδή κάποιοι ευφάνταστοι δικηγόροι θα σκέφτονταν να ζητήσουν αναδρομικώς ποσοστά επί των συμβολικών κερδών της Γερμανίας από τη χρήση της αρχαίας μάρκας Αθήνα, ε τότε η Ελλάδα θα ορθοποδούσε εν μια νυκτί!»

Φυσικά ο Γερμανός δημοσιογράφος αστειεύεται. Αλλά σε ένα θεωρητικό συμψηφισμό κερδών και απωλειών, συμβολικών και πραγματικών, μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, οι Γερμανοί γνωρίζουν ότι επί αιώνες υπήρξε θεαματική μεταφορά πολιτιστικών κεφαλαίων από Νότο προς Βορρά.


(Πηγή: DW)
Αναμετάδοση από  eu.greekreporter.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου